ἀκάμας

ἀκάμας
ἀκάμας [ᾰκᾰ], αντος, , ([etym.] κάμνω)
A untiring, ἠέλιος, Σπερχειός, etc., Il.18.239, 16.176, al. (not in Od.);

ἵπποι Pi.O.1.87

;

Νότος, Βορέας S.Tr.112

(lyr.);

χρόνος Critias 18

; πόνοι unceasing, Arist.Fr.675;

νόος Them.Or.6.79c

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ακάμας — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Θησέα και της Φαίδρας. Σύμφωνα με μύθους μεταγενέστερους του Ομήρου, έλαβε μέρος στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας και ήταν ένας από τους πρεσβευτές των Ελλήνων που στάλθηκαν να ζητήσουν την Ωραία Ελένη… …   Dictionary of Greek

  • Ἀκάμας — Ἀκάμᾱς , Ἀκάμας masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκάμας — ἀκάμᾱς , ἀκάμας untiring masc nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκάμαντα — ἀκάμας untiring neut nom/voc/acc pl ἀκάμας untiring masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀκάμα — Ἀκάμας masc voc sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀκάμαν — Ἀκάμας masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀκάμαντα — Ἀκάμας masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀκάμαντας — Ἀκάμας masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκάμαντας — ἀκάμας untiring masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀκάμαντες — Ἀκάμας masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀκάμαντες — ἀκάμας untiring masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”